ΝΟΣΟΣ ALZHEIMER ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΟΙΑΣ
Με την πληθυσμιακή γήρανση, η νόσος Alzheimer έγινε η πλέον συνηθισμένη εκφυλιστική διαταραχή του εγκεφάλου, προσβάλλοντας αδρά το 10% του πληθυσμού άνω των 65 ετών. Υπολογίζεται ότι 1 στα 20 άτομα τρίτης ηλικίας εκδηλώνει κάποια μορφή άνοιας, εκ των οποίων οι μισοί περίπου θα εξελιχθούν τελικά σε άνοια τύπου Alzheimer. Χωρίς να αποκλείονται οι εξαιρέσεις, μέση ηλικίας έναρξης είναι το 70ο ηλικιακό έτος, με ελαφρώς αυξημένη επίπτωση στο γυναικείο φύλο.
Παρότι η αιτιολογία της νόσου δεν έχει διευκρινισθεί πλήρως, κληρονομικοί παράγοντες ευθύνονται για την ανεπάρκεια του ενζυμικού μηχανισμού σύνθεσης της ακετυλοχολίνης, μίας από τις κυριότερες νευροδιαβιβαστικές ουσίες. Ωστόσο, δε θα πρέπει να υποτιμηθεί η συμμετοχή του περιβάλλοντος (παρατεταμένη έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις αλουμινίου, υδραργύρου και άλλων τοξικών παραγόντων).
Η διάχυτη ατροφία του εγκεφαλικού φλοιού κατά την πορεία της νόσου προκαλεί σταδιακά έκπτωση της ικανότητας μνημονικής ανάκλησης και κρίσης, επηρεάζοντας παράλληλα τον προσανατολισμό στο χώρο και το χρόνο. Οι ασθενείς δυσκολεύονται να μάθουν και να θυμούνται καινούρια πράγματα εξαιτίας της αδυναμίας σχηματισμού νέων νευρωνικών δικτύων, ενώ από νωρίς κάνουν την εμφάνιση τους οι διαταραχές του λόγου. Όχι σπάνια καθίσταται προβληματική η διεκπεραίωση απλών, καθημερινών δραστηριοτήτων ρουτίνας, συμπεριλαμβανομένων της οδήγησης και των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του ατόμου. Σε περισσότερο προχωρημένα στάδια, αφασικές, απρακτικές και αγνωσικές διαταραχές είναι πλέον έκδηλες, και οι πάσχοντες αδυνατούν να αυτοεξυπηρετηθούν, περιπλανώμενοι άσκοπα και παραμελώντας τους κανόνες υγιεινής. Επαναλαμβάνουν διαρκώς τις ίδιες ερωτήσεις και κινήσεις, διακατέχονται από ιδέες, μεταπίπτουν εύκολα από την ευφορική και χωρίς αναστολές διάθεση σε συμπεριφορά παθητικότητας και κοινωνικής απόσυρσης, και το συναίσθημά τους γίνεται απρόσφορο.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται πλέον στον τομέα της πρόληψης. Σύγχρονες μελέτες καταδεικνύουν ότι η μεσογειακή διατροφή παρατείνει την επιβίωση έως 3,91 έτη, με πιθανούς ευεργετικούς μηχανισμούς τη μείωση του οξειδωτικού stress και των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σωματική και πνευματική άσκηση δρουν ευεργετικά, επιβραδύνοντας την κυτταρική γήρανση.
Η εντόπιση των παραγόντων κινδύνου σε πρώιμα στάδια είναι μέγιστης σημασίας στην έγκαιρη υιοθέτηση στρατηγικών επιβράδυνσης της νόσου. Σήμερα, έχουμε στη διάθεσή μία σειρά από ειδικές κλινικές και απεικονιστικές εξετάσεις για τη διάγνωση της νόσου Alzheimer και κυρίως τη διάκρισή της από άλλες μορφές άνοιας, όπως την αγγειακής, μεταβολικής, λοιμώδους, μετατραυματικής ή αλλης αιτιολογίας. Μετά τη διάγνωση, χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ασθενούς φαρμακευτικές ουσίες επιβράδυνσης της νοητικής έκπτωσης και βελτίωσης της συμπεριφοράς, του ύπνου και του συναισθήματος.
Η αντιμετώπιση της νόσου είναι πολυεπίπεδη, εξατομικευμένη και τροποποιήσιμη κατά την πορεία της. Πέρα από τη φαρμακευτική θεραπεία χρειάζονται περιβαλλοντικές παρεμβάσεις με σκοπό τη βελτίωση της καθημερινής διαβίωσης των ασθενών. Η υποστήριξή τους είναι επίπονη και χρονοβόρος και βελτιστοποιείται όταν γίνεται από εξειδικευμένο προσωπικό.
Παρότι η αιτιολογία της νόσου δεν έχει διευκρινισθεί πλήρως, κληρονομικοί παράγοντες ευθύνονται για την ανεπάρκεια του ενζυμικού μηχανισμού σύνθεσης της ακετυλοχολίνης, μίας από τις κυριότερες νευροδιαβιβαστικές ουσίες. Ωστόσο, δε θα πρέπει να υποτιμηθεί η συμμετοχή του περιβάλλοντος (παρατεταμένη έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις αλουμινίου, υδραργύρου και άλλων τοξικών παραγόντων).
Η διάχυτη ατροφία του εγκεφαλικού φλοιού κατά την πορεία της νόσου προκαλεί σταδιακά έκπτωση της ικανότητας μνημονικής ανάκλησης και κρίσης, επηρεάζοντας παράλληλα τον προσανατολισμό στο χώρο και το χρόνο. Οι ασθενείς δυσκολεύονται να μάθουν και να θυμούνται καινούρια πράγματα εξαιτίας της αδυναμίας σχηματισμού νέων νευρωνικών δικτύων, ενώ από νωρίς κάνουν την εμφάνιση τους οι διαταραχές του λόγου. Όχι σπάνια καθίσταται προβληματική η διεκπεραίωση απλών, καθημερινών δραστηριοτήτων ρουτίνας, συμπεριλαμβανομένων της οδήγησης και των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του ατόμου. Σε περισσότερο προχωρημένα στάδια, αφασικές, απρακτικές και αγνωσικές διαταραχές είναι πλέον έκδηλες, και οι πάσχοντες αδυνατούν να αυτοεξυπηρετηθούν, περιπλανώμενοι άσκοπα και παραμελώντας τους κανόνες υγιεινής. Επαναλαμβάνουν διαρκώς τις ίδιες ερωτήσεις και κινήσεις, διακατέχονται από ιδέες, μεταπίπτουν εύκολα από την ευφορική και χωρίς αναστολές διάθεση σε συμπεριφορά παθητικότητας και κοινωνικής απόσυρσης, και το συναίσθημά τους γίνεται απρόσφορο.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται πλέον στον τομέα της πρόληψης. Σύγχρονες μελέτες καταδεικνύουν ότι η μεσογειακή διατροφή παρατείνει την επιβίωση έως 3,91 έτη, με πιθανούς ευεργετικούς μηχανισμούς τη μείωση του οξειδωτικού stress και των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σωματική και πνευματική άσκηση δρουν ευεργετικά, επιβραδύνοντας την κυτταρική γήρανση.
Η εντόπιση των παραγόντων κινδύνου σε πρώιμα στάδια είναι μέγιστης σημασίας στην έγκαιρη υιοθέτηση στρατηγικών επιβράδυνσης της νόσου. Σήμερα, έχουμε στη διάθεσή μία σειρά από ειδικές κλινικές και απεικονιστικές εξετάσεις για τη διάγνωση της νόσου Alzheimer και κυρίως τη διάκρισή της από άλλες μορφές άνοιας, όπως την αγγειακής, μεταβολικής, λοιμώδους, μετατραυματικής ή αλλης αιτιολογίας. Μετά τη διάγνωση, χρησιμοποιούνται ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ασθενούς φαρμακευτικές ουσίες επιβράδυνσης της νοητικής έκπτωσης και βελτίωσης της συμπεριφοράς, του ύπνου και του συναισθήματος.
Η αντιμετώπιση της νόσου είναι πολυεπίπεδη, εξατομικευμένη και τροποποιήσιμη κατά την πορεία της. Πέρα από τη φαρμακευτική θεραπεία χρειάζονται περιβαλλοντικές παρεμβάσεις με σκοπό τη βελτίωση της καθημερινής διαβίωσης των ασθενών. Η υποστήριξή τους είναι επίπονη και χρονοβόρος και βελτιστοποιείται όταν γίνεται από εξειδικευμένο προσωπικό.